φρικασέ

φρικασέ
το, Ν
άκλ. είδος φαγητού από κρέας και διάφορα λαχανικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. fricassee «τηγανητό κρέας, καπαμάς» < ρ. fricasser «τηγανίζω κρέας με βούτυρο μέσα σε σάλτσα»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φρικασέ — το άκλ., και φρικασές, ο πληθ. έδες (λ. γαλλ.), είδος φαγητού με κρέας και λαχανικά (κρεμμυδάκια, μαρούλια ή ραδίκια κ.ά.) και με αβγολέμονο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”